Μαρία Λάμπρου – 121 Λέξεις
Με θέα ένα ξεφτισμένο παγκάκι
Κάρφωσε το κουρασμένο βλέμμα της στο ξεφτισμένο παγκάκι της πλατείας. Κάποτε υπήρξε κόκκινο, σκέφτηκε. Τώρα διέκρινε βουβές αποχρώσεις του γκρι να το παιδεύουν.
Σκεφτόταν τι χρώμα έχουν οι αγάπες, όταν απομακρύνονται. Πάνε ώρες που ξεκίνησε το μοναχικό της περίπατο. Η ακατέργαστη, αμφίσημη τελετουργία της. Το παγκάκι ολοένα και σκοτείνιαζε. Κάποτε υπήρξε κόκκινο, σκέφτηκε. Μόλις είχε νιώσει τους δροσερούς υπαινιγμούς μιας άβουλης βροχής να εξαγνίζουν τις αμαρτωλές σκέψεις.
Άσε με, του είπε, μονότονα και αβυσσαλέα να υπάρχω μες της βροχής τα θλιβερά περάσματα. Υποψιάστηκε πως δεν την άκουσε. Το κόκκινο παγκάκι, παλεύει να υποτάξει κάποιες πρόχειρες γκρι αποχρώσεις. Τι χρώμα έχουν οι αγάπες όταν απομακρύνονται, σκέφτηκε. Βράδιασε. Συνέχιζε να ατενίζει το ξεφτισμένο παγκάκι αεροβατώντας ανάμεσα στην ύλη και τις χαμένες της ουσίες.