Χριστίνα Μιχαηλίδου – 121 Λέξεις
Το μαγέρικο
Έλειπες σχεδόν δέκα χρόνια από την πόλη σου. Σε μία φυλακή που μόνος σου επέλεξες. Είπες πως έτσι έπρεπε να γίνει. Εκεί μέσα βίωσες και κάτι καλό. Έκανες τον μάγειρα και έτσι έμαθες την τέχνη αυτή.
Στην αρχή σα σανίδα σωτηρίας για να παραμένεις μακριά από το κελί σου περισσότερες ώρες. Μετά γιατί σου άρεσε και το αγάπησες. Πλήρωσες το τίμημα και γύρισες πάλι πίσω με το κεφάλι ψηλά. Έξω σε περίμενε ένας μακρινός σου ξάδελφος. Ήταν ο μόνος που ερχόταν να σε δει . Όταν του είπες ότι βγαίνεις και ήξερες από συνταγές σου πρότεινε να ανοίξετε ένα μαγέρικο. Αυτός θα έβαζε τα χρήματα και εσύ τη δουλειά.
«Και πως θα το πούμε, ρε Φώντα» σε ρώτησε.
«Επανεκκίνηση», απάντησες χαμογελώντας.