Αλεξάνδρα Μιχαλοπούλου – 121 Λέξεις
Νοσταλγία
Παλιέ συνάδελφε και εραστή μου,
Σε καμαρώνω από μακριά, να ξέρεις και είμαι περήφανη για σένα. Κοιτάζω τα παλιά σημειωματάριά μου και προσπαθώ να καταλάβω, έξω βρέχει και κάνει τσουχτερό κρύο όπως τότε στην Καμάρα, Σάββατο βράδυ, ραντεβού, με τον Βαρδάρη να μας τρυπάει το κόκαλο.
Έγινες Ειρηνοδίκης, δικαστής ή ντράμερ. Και εξακολουθώ να σου ρίχνω κρυφές ματιές όπως τότε που ανοίγαμε τους κώδικες τσέπης και κοιταζόμασταν στα μάτια. Μα όχι δεν μετανιώνω, πάλι θα σου έγνεφα πίσω από το θολό τζάμι του λεωφορείου που έφευγε. Κοίτα τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα, αναγκάστηκα κι έβαλα γυαλιά. Εγώ είμαι εσύ και όποιον αγαπάμε πάντα προσπαθούμε να του μοιάσουμε.
Με αγνές προθέσεις όπως πάντα.
Αν και δεν πιστεύω ότι τις πίστεψες καθόλου.
Α.Μ.